- Λέρνας
- Λέρνᾱς , Λέρναfem acc plΛέρνᾱς , Λέρναfem gen sg (doric aeolic)Λέρνᾱς , Λέρνηfem acc plΛέρνᾱς , Λέρνηfem gen sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Λέρνας, δήμος — Νέος δήμος (3.042 κάτ.) του νομού Αργολίδος, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Ανδρίτσης, Κιβερίου, Μύλων και Σκαφιδακίου, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε ο οικισμός Μύλοι … Dictionary of Greek
Λέρνα ή Λέρνη — Αρχαία παραθαλάσσια τοποθεσία της Αργολίδας, περίπου 7 χλμ. Ν του Άργους, στη θέση του σημερινού οικισμού Μύλοι, στις ανατολικές υπώρειες του όρους Ποντίνου. Ήταν φημισμένη στην αρχαιότητα για τα άφθονα νερά της, τα οποία τροφοδοτούν την αργολική … Dictionary of Greek
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek
Ανδρίτσα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ., 73 κάτ.) του νομού Αργολίδος. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λέρνας. Βρίσκεται κοντά στα σύνορα με την Αρκαδία. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λέρνας … Dictionary of Greek
Argolis — Präfektur Argolis Νομός Αργολίδος Basisdaten (April 2010)[1] Staat … Deutsch Wikipedia
GR-11 — Präfektur Argolis Νομός Αργολίδος Basisdaten Staat: Griechenland … Deutsch Wikipedia
Argos-Mykene — Gemeinde Argos Mykene (Δήμος Άργους Μυκηνών) … Deutsch Wikipedia
Liste der Gemeinden Griechenlands (1997–2010) — Die folgende Tabelle umfasst alle griechischen Gemeinden, die im Zuge des Kapodistrias Programms von 1997 aus knapp 6.000 kleineren kommunalen Einheiten geschaffen wurden und im Zuge des Kallikratis Gesetzes von 2010 zum 1. Januar 2011… … Deutsch Wikipedia
Λερναίος — α, ο (AM Λερναῑος, αία, ον, Α θηλ. και ος) [Λέρνα] 1. αυτός που κατάγεται ή προέρχεται από τη Λέρνα 2. φρ. «Λερναία ύδρα» μυθικό τέρας με εννιά κεφάλια που ζούσε στα έλη τής Λέρνας και το οποίο εξοντώθηκε από τον Ηρακλή νεοελλ. 1. (το θηλ. ως… … Dictionary of Greek
ιερό — Χώρος στον οποίο, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες, κάποια θεότητα εκδήλωνε την παρουσία της και δεχόταν εκεί τη λατρεία των πιστών. Η έννοια του ι. ήταν επίσης γνωστή και σε άλλους λαούς. Στην αρχαία ελληνική θρησκεία αποτελούσε εξέλιξη του… … Dictionary of Greek